Το Πραξικόπημα και η Τουρκική Εισβολή: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από ΝΟΣΤΟΣ
(Νέα σελίδα με 'Ενωρίς το πρωί της 15ης Ιουλίου 1974 τανκς κάτω από τις διαταγές Ελλήνων αξιωματικών κυλούν στ...')
 
(Καμία διαφορά)

Τελευταία αναθεώρηση της 20:54, 31 Οκτωβρίου 2020

Ενωρίς το πρωί της 15ης Ιουλίου 1974 τανκς κάτω από τις διαταγές Ελλήνων αξιωματικών κυλούν στους δρόμους της Λευκωσίας και περικυκλώνουν το Προεδρικό Μέγαρο, το Ρ.Ι.Κ., το Αεροδρόμιο Λευκωσίας και την Α.ΤΗ.Κ. Από το Προεδρικό Μέγαρο ακούγονται αδιάκοπα κροταλίσματα όπλων. Το Προεδρικό μέγαρο φλέγεται και ο Πρόεδρος μαζί με τους σωματοφύλακες του το εγκαταλείπουν. Παρά την ύπαρξη μεμονωμένων εστιών αντίστασης το πραξικόπημα που διενεργήθηκε από τη δικτατορική στρατιωτική κυβέρνηση της Ελλάδας και την ΕΟΚΑ Β’ εναντίον της νόμιμης κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας επιβάλλεται και οι πολίτες υποχρεώνονται σε κατ’ οίκον περιορισμό.

Η Τουρκία, ως εγγυήτρια δύναμη, για λόγους σκοπιμότητας, ζητά από τη Βρετανία, που ήταν κι αυτή εγγυήτρια δύναμη, να δράσουν από κοινού για την επαναφορά της συνταγματικής νομιμότητας στο νησί. Η Βρετανία αρνήθηκε να το πράξει. Έτσι η Τουρκία, αρπάζοντας την ευκαιρία που χρόνια ανέμενε, πραγματοποιεί την αυγή της 20ης Ιουλίου, σχεδόν ανενόχλητη, την εισβολή της στο νησί, όχι για να επαναφέρει τη συνταγματική τάξη, όπως είχε παραπλανήσει τη διεθνή κοινή γνώμη ότι θα έκαμνε, αλλά για να πραγματοποιήσει τα κατακτητικά της σχέδια.

Ενωρίς το πρωί της 20ης Ιουλίου οι κάτοικοι Αγίου Ερμολάου παρακολουθούσαν τουρκικά αεροπλάνα που περνούσαν πάνω από το χωριό και έριχναν αλεξιπτωτιστές στην περιοχή του χωριού Κρηνί, έξι περίπου χιλιόμετρα ανατολικά του χωριού. Αργότερα τουρκικά αεροπλάνα πολυβολούσαν τον Άγιο Ερμόλαο.

Κατά τη διάρκεια της ημέρας κληρωτοί και έφεδροι του 231ου Τάγματος Πεζικού, που είχε το στρατόπεδο του στον Άγιο Βασίλειο, μετακινήθηκαν στον Άγιο Ερμόλαο για να ενισχύσουν τους άνδρες τους στα φυλάκια Τσιαρκιφελέκ, Σέπελεγκη και σε ύψωμα νοτιότερα προς τη Σκυλλούρα, στην πράσινη γραμμή που χώριζε τον Άγιο Ερμόλαο από τα χωριά Φώττα και Πιλέρι.

Τα μεσάνυχτα έφθασε στο χωριό φάλαγγα στρατιωτικών αυτοκινήτων, μεταφέροντας το 301ο Τάγμα Πεζικού, με σβηστά φώτα. Κατέβηκαν οι στρατιώτες από τα αυτοκίνητα, παρατάκτηκαν, κατανεμήθηκαν σε λόχους και έγινε διανομή πυρομαχικών. Ας σημειωθεί ότι αριθμός στρατιωτών ήταν χωρις όπλα. Προχώρησαν στα ανατολικά, λίγο έξω από το χωριό και διατάχθηκαν να σταματήσουν. Το βουνό του Πενταδάκτυλου εξέπεμπε λάμψεις που προκαλούσαν τα εχθρικά βλήματα. Οι λοχαγοί προχώρησαν προς τα φυλάκια και όταν επέστρεψαν ανακοίνωσαν, ότι κατά τις τρεις, λίγο πριν την αυγή, θα πήγαιναν στα φυλάκια και θα ακολουθούσε επίθεση στο χωριό Φώττα, πριν αρχίσει δράση η τουρκική αεροπορία.

Εγύρισαν στο χωριό και δόθηκαν οδηγίες στους χωριανούς να εκκενωθεί το χωριό. Με λεωφορεία μετακινήθηκαν πολλά γυναικόπαιδα και γέροντες στη Φιλιά και την Κατωκοπιά. Έφυγαν, αφήνοντας τα σπίτια τους ανοιχτά, παροτρύνοντας τους στρατιώτες να τα χρησιμοποιούν για ύπνο, τροφή και ό,τι άλλο χρειάζονται.

Από ενωρίς τις πρωινές ώρες της 21ης Ιουλίου τα τάγματα και ο Άγιος Ερμόλαος δέχονταν σφοδρά πυρά από την τουρκική αεροπορία και το πυροβολικό, χωρίς δυνατότητα αντίδρασης, γιατί υπήρχε παντελής έλλειψη αντιαεροπορικής κάλυψης, αντιαρματικών και όλμων. Το τάγμα 301 διατάχθηκε τότε να εγκατασταθεί σε αμυντική διάταξη στα τρία φυλάκια. Σ’ αυτό συμμετείχαν ο ταγματάρχης Κώστας Αχιλλείδης, και οι λοχαγοί Παπακώστας, Τσαγκάρης και Σαλάτας.

Το χωριό είχε μετατραπεί σε κέντρο συγκέντρωσης και διακίνησης κληρωτών και εφέδρων. Η διοίκηση της επιχείρησης εγκαταστάθηκε στο γραφείο της Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας.

Η πρώτη ενέργεια, μόλις έφθασε το τάγμα 301 στο χωριό ήταν η οργάνωση έκτακτης μονάδας πρώτων βοηθειών. Τα μέλη της μονάδας είχαν εξευρεθεί ενωρίς το πρωί της 20ης Ιουλίου κατά την έναρξη της επιστράτευσης. Ήταν τρεις φοιτητές της ιατρικής τότε, ο Αχιλλέας Καλαϊτζής μετέπειτα ακτινολόγος-ποδίατρος, ο Δώρος Πολυδώρου παθολόγος-πλαστικός χειρουργός, ο Πέτρος Ιωάννου γυναικολόγος και ένας νοσηλευτής ονομαζόμενος Ιωάννης. Κατόπιν οδηγιών είχαν συγκεντρώσει από φαρμακεία, ακόμη και από σπίτια, φάρμακα, επιδέσμους και άλλα αναλώσιμα.

Αρχικά χρησιμοποιήθηκε το καφενείο του Παύλου Κλεάνθους ως χώρος λειτουργίας της μονάδας. Την επόμενη μέρα, όμως, η μονάδα μετακινήθηκε στο πρώην υποδηματοποιείο του Ματθαίου Κωνσταντίνου που ήταν πιο ασφαλές σε περίπτωση βομβαρδισμού. Νεάνιδες του χωριού μεταξύ των οποίων η Ιουλία Ιωάννη Σ. Κυριάκου, η Μάρω Χριστοφή Εμμανουήλ, η Σαλώμη Παύλου Κλεάνθους, η Σούλα Χαράλαμπου Πολυδώρου και η Τασούλα Ανδρέα Χατζηθωμά βοηθούσαν ως εθελόντριες.

Σε κείνες τις δύσκολες συνθήκες και παρά τα ανεπαρκή μέσα που είχε στη διάθεσή της η μονάδα πρώτων βοηθειών πρόσφερε ανεκτίμητη υπηρεσία, σώζοντας ζωές. Οι τραυματίες, αφού ετύγχαναν των πρώτων βοηθειών, όσοι ήταν ελαφρά τραυματισμένοι επέστρεψαν στις θέσεις τους. Όσοι είχαν σοβαρά τραύματα, αφού έπαιρναν αντιτετανικό ορρό μεταφέρονταν στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας. Η μονάδα είχε και την ευθύνη της μεταφοράς των τραυματιών και των νεκρών. Τα ίδια τα μέλη της μονάδας συνέβη να εκτελέσουν τέτοιες μεταφορές.

Για τον επισιτισμό των εθνοφρουρών δεν υπήρχε πρόνοια από τις στρατιωτικές αρχές. Η κοινότητα με επικεφαλής την κοινοτική αρχή έπραξε ό,τι ήταν δυνατό για ν’ αντιμετωπιστεί αυτή η ανάγκη. Οι βοσκοί πρόσφεραν το γάλα τους και οι οικοκυρές Ελένη Νικόλα Χρίστου, Ελένη Παύλου Κλεάνθους και Θεοδώρα Ιωάννη Σ. Κυριάκου, όπως αναφέρει η συλλογική μνήμη, παρασκεύασαν χαλλούμια, ζύμωσαν και φούρνισαν ψωμιά για τους στρατιώτες, ενώ άνδρες έψηναν, για τον ίδιο σκοπό, κοτόπουλα, που τα προμηθεύονταν από τη Φάρμα Πέλλα Πάις, οι εγκαταστάσεις της οποίας ευρίσκονταν στο οροπέδιο μεταξύ Αγίου Ερμολάου και Συσκλήπου. Αυτή η φάρμα υπέστη άγριο βομβαρδισμό, γιατί οι εγκαταστάσεις της είχαν εκληφθεί από τους εισβολείς ως στρατόπεδο.

Μια διμοιρία του 231ου Τάγματος Πεζικού και Τμήμα του λόχου του λοχαγού Τσαγκάρη είχαν εισέλθει στο τουρκοκυπριακό χωριό Πιλέρι, στις 22 Ιουλίου, και εγκλωβίστηκαν. Τότε άνδρες του 231ου και του 301ου Ταγματος Πεζικού και ο λόχος του Κώστα Παπακώστα, που ευρίσκονταν κοντά στο ύψωμα Καλαπάκι, προς στο Πιλέρι, και το κατείχαν οι Τουρκοκύπριοι, πήραν οδηγίες να επιτεθούν και να το καταλάβουν, για να βοηθήσουν τη διμοιρία που είχε εγκλωβιστεί στο Πιλέρι. Η συντονισμένη ριψοκίνδυνη επιχείρηση επέτυχε και οι εγκλωβισμένοι κατόρθωσαν να αποχωρήσουν. Οι Τουρκοκύπριοι, εγκαταλείποντας το μεγάλης σημασίας αυτό οχυρό, άφησαν στα χέρια των νικητών σημαντική ποσότητα οπλισμού και πυρομαχικών. Καταιγιστικά όμως πυρά από την τουρκική αεροπορία και το πυροβολικό στην περιοχή Πιλερίου-Κρηνίου καθιστούσαν αδύνατη οποιαδήποτε προώθηση των δυνάμεων της Εθνικής Φρουράς.

Το μεσημέρι της 22ας Ιουλίου ανακοινώνεται συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας για κατάπαυση των εχθροπραξιών, που θα άρχιζε στις 4 το απόγευμα. Μετά την ανακοίνωση για εκεχειρία τα γυναικόπαιδα και οι γέροντες που είχαν μετακινηθεί από το χωριό επέστρεψαν, πιστεύοντας ότι ο κίνδυνος είχε παρέλθει.

Στις 23 Ιουλίου ο διοικητής του 301ου Τάγματος Πεζικού Γιάννης Δημόπουλος έφυγε από την περιοχή και η διοίκηση του τάγματος ανατέθηκε στον ταγματάρχη Κώστα Αχιλλείδη. Ο Δημόπουλος τραυματίστηκε στον Γερόλακκο από τουρκικά πυρά, κατόρθωσε, όμως, να διαφύγει με τη συνοδεία του και να φθάσει στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας. Αργότερα κατηγορήθηκε για εγκατάλειψη του τάγματος και πέρασε από στρατοδικείο στην Ελλάδα, το οποίο, όμως τον αθώωσε.

...

Οι εισβολείς δεν τήρησαν την εκεχειρία. Το πρωί της 26ης Ιουλίου, ανήμερα της γιορτής του Αγίου Ερμολάου, πολιούχου της κοινότητας, ο εφημέριος Παπαηλίας πήγε κανονικά στην εκκλησία και άρχισε τη λειτουργία στη μνήμη του Αγίου. Πήγαν στην εκκλησία και πολλοί πιστοί. Κατά τη διάρκεια, όμως, της λειτουργίας, άρχισαν να πέφτουν στα σπίτια όλμοι και τουρκικά αεροπλάνα πετούσαν πολύ χαμηλά, δημιουργώντας εκκωφαντικό θόρυβο με σκοπό να προκαλέσουν στον κόσμο πανικό. Ένας όλμος έπεσε πάνω στην εκκλησία. Το εκκλησίασμα τρομοκρατήθηκε και εγκατέλειψε την εκκλησία. Ο καθένας προσπαθούσε να απομακρυνθεί από το χωριό με όποιο μέσο είχε στη διάθεση του: ιδιωτικά αυτοκίνητα, λεωφορεία, ελκυστήρες, ακόμη και με τα πόδια. Οι όλμοι έπεφταν βροχή. Οι Τούρκοι στρατιώτες ήταν, όμως, ακόμη λίγα χιλιόμετρα μακριά και οι γήλοφοι που περιβάλλουν το χωριό προστάτευαν τους χωριανούς που απομακρύνονταν. Κάποιοι που προνόησαν να πάρουν μαζί τους και τα κοπάδια τους έγιναν αντιληπτοί από τους εισβολείς και βάλλονταν αδιάκοπα από τα υψώματα. Οι γήλοφοι τους έσωσαν κι αυτούς, που κατόρθωσαν να φτάσουν σε απρόσβλητες περιοχές.

Όλοι έφυγαν με την ελπίδα ότι θα γύριζαν σε λίγες ημέρες. Πέρασαν 35 χρόνια από τότε. Πολλοί έχουν φύγει από τη ζωή με τον καημό του γυρισμού. Κανένας δεν γνωρίζει πότε θα ’ρθει η ευλογημένη εκείνη μέρα. Αλλά και ουδείς έχει τη δύναμη να ξεριζώσει τον πόθο των εκτοπισμένων για επιστροφή στην πατρογονική γη.

Οι εθνοφρουροί στα φυλάκια δέκτηκαν επίθεση από Τουρκοκύπριους και εισβολείς αλεξιπτωτιστές, που καλύπτονταν από πυροβολικό, τεθωρακισμένα και αεροπορία. Οι αμυνόμενοι των ταγμάτων 231 και 301 με τον ελαφρό οπλισμό τους αντιστάθηκαν για λίγες ώρες. Όταν οι αξιωματικοί συνειδητοποίησαν ότι παραπέρα αντίσταση θα σήμαινε τέλεια καταστροφή έδωσαν οδηγίες για υποχώρηση. Αναδιπλώθηκαν στη Σκυλλούρα.

Στο ύψωμα Καλαπάκι υπήρχε πραγματική κόλαση πυρός. Οι Τούρκοι κτυπούσαν αδιάκοπα με το πυροβολικό και τεθωρακισμένα προσπαθώντας να περικυκλώσουν τους αμυνόμενους. Ένας όλμος έπεσε μέσα στο φυλάκιο όπου υπήρχαν εθνοφρουροί και πυρομαχικά, προκαλώντας έκρηξη. Ο διοικητής των αμυνόμενων Κώστας Παπακώστας, μπροστά στον κίνδυνο του αφανισμού, διέταξε υποχώρηση. Έστειλε ένα στρατιώτη να δώσει οδηγίες στους ευρισκομένους μέσα στο φυλάκιο να το εγκαταλείψουν και δεν απάντησε κανένας. Ήταν και οι έξι νεκροί. Έρποντες οι εθνοφρουροί σ’ ένα μονοπάτι που γνώριζε ένας στρατιώτης έφτασαν στον Σύσκληπο και μέσω Αγριδακίου πήγαν στη Σκυλλούρα και ενώθηκαν με τα τάγματά τους.

Υποχωρώντας οι άνδρες του 301ου τάγματος Πεζικού άφησαν στην περιοχή Αγίου Ερμολάου Πιλερίου και υψώματος Καλαπάκι 9 αγνοούμενους: Τους ανθυπολοχαγούς Χατζηχριστοδούλου Χριστόδουλο Ανδρέα από την Κάτω Ζώδια και Γεωργίου Ανδρέα Χρίστου από το Πυρόι, τον δεκανέα Θεοχαρίδη Δημήτριο Γεωργίου από τη Λευκωσία και τους στρατιώτες Σάββα Κώστα Γιάγκου από τη Λευκωσία, Κωνσταντίνο Κώστα Πέτρου από την Ευρύχου, Μαδελλά Παντελή Πέτρου από τη Λευκωσία, Δημήτριο Νεοφύτου από τη Σαλαμιού, Ποταμίτη Χαράλαμπο Ανδρέα από τη Λευκωσία και Χρυσόστομο Χρίστου Ανδρέα από τη Λευκωσία. Άφησαν επίσης 3 πεσόντες: τους Κασσιανού Κενδέα Μόδεστο, Μοδίτη Ανδρέα Ιωάννη και Σταυρινού (Πισσαρίδη) Χριστόφορο Νέαρχο.

Στο 231ο Τάγμα Πεζικού υπηρετούσε τότε ο Ανδρέας Γ. Κυνηγός από τον Άγιο Ερμόλαο, εκτελώντας καθήκοντα οπλουργού. Εκείνες τις ημέρες ο λόχος του ευρισκόταν στη Γομαρίστρα, τοποθεσία στην κορυφογραμμή του Πενταδάκτυλου. Μπροστά στις υπέρτερες δυνάμεις των εισβολέων ο λόχος αναγκάστηκε να υποχωρήσει στη Λάπηθο, και από εκεί στον Λάρνακα Λαπήθου και στη Σκυλλούρα.

Κατα τη διάρκεια των στρατιωτικών επιχειρήσεων στην ευρύτερη περιοχή Αγίου Ερμολάου το 231ο Τάγμα Πεζικού είχε 16 πεσόντες και 3 αγνοούμενους.

Πεσόντες: Λοχίας Μανώλη Κ. Αντώνιος από τον Άγιο Θεόδωρο Λάρνακας, Δεκανέας Σπανού Στ. Ανδρέας από την Αγία Βαρβάρα Λευκωσίας, Υποδεκανέας Αρμινιώτης Χρ. Δημήτρης από την Τριμίκλινη. Στρατιώτες: ΑχιλλέωςΙ. Αχιλλέας από τη Ζώδια, Γεωργίου Γ. Χαράλαμπος από τον Άγιο Βασίλειο, Γεωργίου Χρ. Ανδρέας από τη Λευκωσία, Ελευθερίου Χρίστος από το Μένοικο, Κυπριανίδης Ανδρέας από τον Πύργο Λεμεσού και δύο ανώνυμοι. Έφεδρος δεκανέας Κυριάκου Μ. Φίλιππος από τα Μάμμαρη, Έφεδροι στρατιώτες Μάρκου Αχ. Χριστάκης από την Κλήρου και Σπετσιώτης Σ. Οδυσσέας από την Πλατανιστάσα.

Αγνοούμενοι: Λοχίας Στυλιανού Χρ. Ανδρέας από την Πάφο, Στρατιώτες Αρτεμίου Ηρ. Ανδρέας από τον Στρόβολο και Ψύλλος Π. Κυριάκος από το Παραλίμνι.

Υπήρξαν επίσης ένας αιχμάλωτος, ο στρατιώτης Ευριπίδου Κωστάκης και 36 τραυματίες.

Δύο από τους πεσόντες, ο Σπετσιώτης Οδυσσέας Σάββα, από την Πλατανιστάσα, έπεσε στις 26 Ιουλίου στον Άγιο Ερμόλαο και ο Σταυρινού Νικόλας, από τα Λατσιά, έπεσε την ίδια ημέρα στην περιοχή του χωριού. Οι υπόλοιποι έπεσαν στα γειτονικά χωριά, Πιλέρι, Σύσκληπο, Αγριδάκι, Άγιο Βασίλειο, στο ύψωμα Καλαπάκι και στον Πενταδάκτυλο.

Το 286 Μηχανοκίνητο Τάγμα Πεζικού (ΜΤΠ) που βρισκόταν στα Πάναγρα διατάχθηκε ενωρίς το πρωί της 26ης Ιουλίου να στείλει ενισχύσεις στον Άγιο Ερμόλαο. Δύο λόχοι κινήθηκαν, ο 1ος στα δυτικά και ο 2ος μπήκε στο χωριό, διαπιστώνοντας ότι δεν υπήρχαν μέσα εισβολείς. Το πρωί της επομένης ημέρας οι τουρκικές δυνάμεις άρχισαν να βάλλουν εναντίον του Αγίου Ερμολάου και του Συσκλήπου. Οι άνδρες του 286 ΜΤΠ, έχοντας ανεπαρκή εξοπλισμό, αναδιπλώθηκαν σε περιοχή μεταξύ Αγίου Ερμολάου-Κοντεμένου και το βράδυ της 28ης Ιουλίου απεχώρησαν από την περιοχή.

Κατά την προέλαση των τουρκικών δυνάμεων στις 14 Αυγούστου, 23 βαθμοφόροι και απλοί στρατιώτες του Μηχανοκίνητου Τάγματος Πεζικού 286 προερχόμενοι από διάφορες κοινότητες της Κύπρου και ευρισκόμενοι στην περιοχή Αγίου Ερμολάου, εγκαταλελειμμένοι στη φονική μανία των εισβολέων, είναι αγνοούμενοι. Ως έκφραση σεβασμού και τιμής μνημονεύονται εδώ.

Ανθυπολοχαγοί: Σεργίδης Ιωσήφ από τη Βασίλεια και Παπαδόπουλος Κώστας από το Καϊμακλί

Λοχίες: Γαβριήλ Κώστας από τους Τρούλλους , Γιαννάτζη Γιαννάκης από την Αραδίππου και Παπαϊωάννου Αντώνης από το Καϊμακλί.

Δεκανείς: Δημητρίου Γεώργιος από την Ξυλότυμπου, Σωκράτους Σωκράτης από τον Αγρό και Τσαγγάρης Ιωάννης από τις Δύμες.

Στρατιώτες: Αγαθοκλέους Ηρακλής από τον Άγιο Τύχωνα, Θεοδούλου Θεόδουλος από το Παλαίκυθρο, Ιωάννου Μάριος από την Κακοπετριά, Ιωνά Παράσχος από τη Νήσου, Καταλάνου Κώστας από τον Άγιο Δημητριανό, Νικολάου Μάριος από την Ομορφίτα, Παναγή Παναγιώτης από τον Μαραθόβουνο, Πιττή Μάρκος από το Ιδάλιο, Στυλιανού Σαββάκης από το Καϊμακλί και Φαντάρου Χαράλαμπος από τον Κάμπο.